Η ίδρυση του Συνοικισμού Ευαγγελικών στην Κατερίνη
Η ίδρυση της Ευαγγελικής Εκκλησίας Κατερίνης συμπίπτει με την ίδρυση του Συνοικισμού Ευαγγελικών Κατερίνης, μαζί με τον οποίο ήταν συνδεμένα και η πορεία, οι αγώνες και η πρόοδός της. Ο Συνοικισμός ιδρύθηκε κατά την περίοδο της προσφυγικής αποκατάστασης μετά την μικρασιατική καταστροφή και συγκεκριμένα το φθινόπωρο του έτους 1923. Οι Ευαγγελικοί πρόσφυγες από την Μικρά Ασία και τον Πόντο μετά την άφιξή τους στην Ελλάδα, συνέλαβαν την ιδέα να συγκεντρωθούν όλοι σε ορισμένη περιφέρεια της Μακεδονίας και να ιδρύσουν δικό τους αμιγή αγροτικό συνοικισμό. Για τον σκοπό αυτό όρισαν πενταμελή επιτροπή, η οποία, εφοδιασμένη με σχετική άδεια του Υπουργείου Υγιεινής, Προνοίας και Αντιλήψεως, παρουσιάστηκε στον Γενικό Διοικητή Μακεδονίας, στη Θεσσαλονίκη και έθεσε υπόψη του τις απόψεις και το σχέδιο των προσφύγων Ευαγγελικών για την ίδρυση στη Μακεδονία αμιγούς Ευαγγελικού Συνοικισμού.
Έτσι μέλη της Επιτροπής με τη συμπαράσταση και άλλων αδελφών περιήλθαν διάφορες περιφέρειες της Μακεδονίας για να καταλήξουν τελικά στην Κατερίνη. Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι η Κατερίνη πριν από την εγκατάσταση των προσφύγων από τη Μικρά Ασία ήταν μια άσημη μικρή πόλη με πληθυσμό 5.000 περίπου κατοίκων και με ασήμαντη περιφέρεια όσον αφορά τη γεωργική παραγωγή.
Μετά την εκλογή της Κατερίνης ως τόπου ίδρυσης του αμιγούς Ευαγγελικού Συνοικισμού και τη συγκατάθεση του τότε Προέδρου της Κοινότητος Κωνσταντίνου Κουρκουμπέτη, άρχισαν να συγκεντρώνονται στην Κατερίνη οι πρόσφυγες Ευαγγελικοί που βρίσκονταν διασκορπισμένοι σε διάφορα μέρη της Ελλάδας. Οι πρόσφυγες Ευαγγελικοί που συγκεντρώθηκαν με τον τρόπο αυτό στην Κατερίνη προέρχονται από τις Εκκλησίες του Πόντου και της Μικράς Ασίας. Εδώ αναφέρουμε κατά τη σειρά της αριθμητικής τους δύναμης: Ορδού (Κοτύωρα), Φάτσα, Σεμέν, Μπέη Αλάν, Μαγνησία, Νικομήδεια, Σμύρνη, Οινόη, Αμισός κ.λ.π. Σε αυτούς περιλαμβάνονται Ευαγγελικοί πρόσφυγες που προέρχονται από τον Καύκασο, από τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, με απώτερη όμως καταγωγή από τον Πόντο.
Με τη συγκέντρωση στην Κατερίνη εκατό περίπου Ευαγγελικών οικογενειών σχηματίσθηκε η Προσφυγική Ομάς Ευαγγελικών, η οποία αναγνωρίστηκε από τον Εποικισμό Κατερίνης, ο οποίος υπαγόταν στη Γενική Διεύθυνση Μακεδονίας. Η Ομάς εξουσιοδοτήθηκε να προχωρήσει στο έργο της: να παραλάβει και να διανείμει τις γεωργικές εκτάσεις που προορίζονταν για τους κληρούχους της Ομάδος, και ακόμη την ίδρυση του Συνοικισμού.
Η Επιτροπή της Προσφυγικής Ομάδος Ευαγγελικών μόλις παρέλαβε τις γεωργικές εκτάσεις που της χορηγήθηκαν, προέβη στη διανομή τους κάτω από την επίβλεψη του Γραφείου Εποικισμού Κατερίνης, ενώ ταυτοχρόνως όρισε και την τοποθεσία του Συνοικισμού, στα βορειοδυτικά της Κατερίνης, στη θέση που επί τουρκοκρατίας ονομαζόταν Τσερκέζ Μαχαλά. Στο κέντρο του Συνοικισμού παραχωρούνταν στην Εκκλησία εκτός της κλήρωσης, δύο μεγάλων οικοπεδικών τετραγώνων για να τα χρησιμοποιήσει η Εκκλησία για τις ανάγκες της, δηλαδή για την ανέγερση του Ναού της, Σχολικού Κτιρίου και διάφορων άλλων οικοδομών, απαραίτητων για θρησκευτικούς, μορφωτικούς, φιλανθρωπικούς και κοινοτικούς σκοπούς. Όλες αυτές οι διανομές και παραχωρήσεις γαιών και οικοπέδων εγκρίθηκαν από τον Εποικισμό και ήταν νόμιμες και έγκυρες κατά πάντα. Από τότε ο Συνοικισμός αυτός, ένας από τους μεγαλύτερους της πόλης της Κατερίνης, ονομάζεται Συνοικισμός Ευαγγελικών.
Η ανέγερση και τα εγκαίνια του Εκκλησιαστικού Κτιρίου
`Ο πρώτος ευκτήριος οίκος της Ευαγγελικής Εκκλησίας Κατερίνης κατά την περίοδο της οικοδόμησης (1925)
Στο οικοπεδικό τετράγωνο υπ’ αριθμ. 39 του Σχεδίου Πόλεως Κατερίνης, στο κέντρο του Συνοικισμού, ανεγέρθηκε το 1925 ο ευκτήριος οίκος της Ευαγγελικής Εκκλησίας Κατερίνης. Για την ανέγερση του εκκλησιαστικού κτιρίου ο Εποικισμός συνέτρεξε την Προσφυγική Ομάδα σε μετρητά, όπως επίσης και με ξυλεία και με ασβέστη. Τα επίσημα εγκαίνια λειτουργίας του έγιναν την 9 η Μαϊου1926, ημέρα Κυριακή, οπότε και παρευρέθηκαν εκπρόσωποι των Τοπικών Αρχών και αντιπρόσωποι της Γενικής Διοικήσεως Μακεδονίας και της Γενικής Διευθύνσεως Εποικισμού Μακεδονίας.
Την ημέρα των εγκαινίων, παρουσία των επισήμων, έγινε και η κατάθεση του θεμέλιου λίθου του Σχολικού Κτιρίου της Ευαγγελικής Κοινότητας στο οικοπεδικό τετράγωνο υπ’ αριθμ. 40. Τον λίθο κατέθεσε αυτοπροσώπως ο τότε Πρόεδρος της Κοινότητας Κατερίνης Κωνσταντίνος Κουρκουμπέτης. Επίσης την ίδια ημέρα έγιναν και τα εγκαίνια του Αναγνωστηρίου του Χριστιανικού Συλλόγου Νέων, το οποίο είχε κτισθεί με την προσωπική εργασία κυρίως των μελών του Συλλόγου. Η ανέγερση του Σχολικού Κτιρίου έγινε κατόπιν διαταγής της Γενικής Διευθύνσεως Εποικισμού Μακεδονίας.
Τον Μάρτιο του 1930, μετά τα μεσάνυχτα, ο Ναός αποτεφρώθηκε από πυρκαϊά, για την οποία ευθύνονται φανατικοί εμπρηστές, οι οποίοι όμως ποτέ δεν ανακαλύφθηκαν. Η ανοικοδόμηση του Ναού άρχισε στις αρχές του 1931 κατόπιν απόφασης του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων.
Λίγα λόγια για την ιστορία του Συνοικισμού Ευαγγελικών στις δεκαετίες που ακολούθησαν
Ο αριθμός των κατοίκων του Συνοικισμού Ευαγγελικών ανερχόταν στις αρχές σε 120 οικογένειες. Μέχρι το 1927 αυξήθηκε σε 220 οικογένειες. Κατά την δεκαετία του ’50 οι Ευαγγελικοί κάτοικοι του Συνοικισμού ανέρχονταν σε 400-500 οικογένειες, ενώ οι Ορθόδοξοι που περιλαμβάνονταν σε αυτόν, αντιπροσώπευαν μόνο λίγες δεκάδες οικογενειών. Οι υπόλοιποι που φέρονταν ως κάτοικοι του Συνοικισμού Ευαγγελικών και ανέρχονταν σε 120-150 οικογένειες ήταν εγκατεστημένοι σε οικόπεδα γύρω από τον Συνοικισμό που προέρχονταν από ιδιωτικές αγορές. Αυτοί έφθασαν στην Κατερίνη πολύ αργότερα, οι περισσότεροι μετά το 1938 μέχρι το 1950 από το εξωτερικό ή άλλες περιφέρειες. Τόσο αυτοί που μένουν μέσα στον Συνοικισμό όσο και αυτοί που μένουν αμέσως έξω από αυτόν, αγόρασαν τα οικόπεδα τα οποία κατέχουν από τους Ευαγγελικούς κληρούχους.
Οι πωλήσεις συν τω χρόνω οικοπέδων εκ μέρους Ευαγγελικών προς Ορθοδόξους, για να εγκατασταθούν αυτοί στο Συνοικισμό τους, αποδείκνυαν το πνεύμα της εμπιστοσύνης, της κατανόησης και της ανεξιθρησκείας, το οποίο διείπε τους Ευαγγελικούς στις σχέσεις τους με τους Ορθόδοξους αδελφούς τους και μαρτυρούσε την αδιατάρακτη αρμονική συμβίωσή τους για δεκαετίες. Ιδιαίτερα στην πρώτη τριακονταετία της ύπαρξης του Συνοικισμού, αν εξαιρεθεί ο εμπρησμός της εκκλησίας το 1930, που αναφέρθηκε παραπάνω, η ζωή εξελισσόταν ομαλότατα, οι σχέσεις Ευαγγελικών και Ορθοδόξων κατοίκων της πόλεως ήταν αδελφικότατες και οι δογματικές διαφορές δεν αναφέρονταν καν στη συνεργασία τους. Μάλιστα αναγνωριζόταν – και αναγνωρίζεται ακόμη – από όλους η θετική και αποφασιστική συμβολή του Ευαγγελικού στοιχείου στην εμπορική, οικονομική, κοινωνική και εκπολιτιστική πρόοδο της πόλης της Κατερίνης και του νομού.
Κατά τις δεκαετίες του 1950 και 1960 παρατηρήθηκε στην Ευαγγελική Κοινότητα Κατερίνης, όπως και γενικότερα στην ελληνική κοινωνία, έντονο μεταναστευτικό ρεύμα προς τις Η.Π.Α., Δυτική Γερμανία, Αυστραλία κ.α. Ως αποτέλεσμα ο πληθυσμός της κοινότητας συρρικνώθηκε σημαντικά. Ωστόσο κατά τις δεκαετίες αυτές παρατηρήθηκε ανάπτυξη, που εντοπίζεται στην καλύτερη οργάνωση της Ευαγγελικής Κοινότητας μάλιστα κάτω από την καθοδήγηση του τότε ποιμένος Άργου Ζωδιάτη.
Ολοκληρώθηκε τότε το Σχολικό Κτίριο της Ευαγγελικής Εκκλησίας, αφού η μεγάλη οικονομική κρίση που επακολούθησε στις αρχές της δεκαετίας του ’30 και στη συνέχεια ο πόλεμος, η κατοχή και ο εμφύλιος έγιναν αφορμή να καθυστερήσει η ολοκλήρωση της οικοδομής μέχρι το 1950. Από τότε το κτίριο αυτό τέθηκε σε πλήρη χρήση και εξυπηρετεί μέχρι και σήμερα όλες τις ανάγκες της Κοινότητας εκτός από τη θρησκευτική λειτουργία, η οποία τελείται στην Εκκλησία. Η λειτουργία του κτιρίου ως Δημοτικού Σχολείου της Κοινότητας ματαιώθηκε.
Την ίδια περίοδο (αρχές δεκαετίας του ’50) δίπλα στο Σχολικό Κτίριο κτίστηκε το κτίριο του Ορφανοτροφείου, με σκοπό τη φροντίδα των ορφανών παιδιών, τα οποία άφησε ο πόλεμος. Το Ορφανοτροφείο λειτούργησε μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’80.
Παράλληλα ήταν αυτές τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες που δημιουργήθηκαν οι Κατασκηνώσεις της Ευαγγελικής Εκκλησίας Κατερίνης στην Λεπτοκαρυά Πιερίας. Ο χώρος αυτός χρησιμοποιείται για τα παιδιά της Ευαγγελικής Κοινότητας Κατερίνης, καθώς και άλλων Ευαγγελικών Κοινοτήτων, κυρίως της Βόρειας Ελλάδας. Δεν αποκλείονται βέβαια και παιδιά Ορθοδόξων οικογενειών, που επιλέγουν να στείλουν τα παιδιά τους στις κατασκηνώσεις αυτές. Οι Κατασκηνώσεις ωστόσο λειτουργούν όλη τη θερινή περίοδο και ως συνεδριακό κέντρο από όλη την Ελληνική Ευαγγελική Εκκλησία, αλλά και από άλλες Διαμαρτυρόμενες εκκλησίες της πατρίδας μας.
Σήμερα η Ευαγγελική Κοινότητα Κατερίνης αριθμεί περί τα 1100 άτομα, ενώ οι περισσότεροι κάτοικοι του Συνοικισμού Ευαγγελικών είναι πλέον Ορθόδοξοι. Άτομα από την Κοινότητά μας έχουν να επιδείξουν αξιόλογη συμμετοχή στη ζωή της πόλης και του νομού μας, και μάλιστα όσον αφορά τα κοινά. Ο απαρέγκλητος στόχος μας ωστόσο είναι η Ευαγγελική Κοινότητα να λειτουργεί πολύ περισσότερο ως μάρτυς του Ιησού Χριστού σε κάθε τομέα και δραστηριότητα της ζωής της.