Συνάντηση κάθε πρώτη Δευτέρα του μήνα, 16:00, σχολικό κτίριο (υπό φυσιολογικές συνθήκες)
Περισσότερες πληροφορίες και φωτογραφικό υλικό στο facebook.
Ιστορικό της Φιλοπτώχου Αδελφότητας “Η Περίθαλψη”
Το 1923 ήταν χρονιά αναβρασμού στην Ευρώπη, αλλά ιδιαίτερα για τους Έλληνες του Πόντου ήταν χρονιά που τους σημάδεψε για όλη την υπόλοιπη ζωή τους. Και όχι μόνο την δική τους ζωή αλλά και την ζωή των παιδιών και των απογόνων τους. Με βαριά καρδιά, με φόβο μα και ελπίδα στην καρδιά για ένα καλύτερο αύριο, για μια ζωή χωρίς την Δαμόκλεια σπάθη πάνω από τα κεφάλια τους, μάζεψαν ό, τι μπόρεσαν από μια ζωή μόχθου, και άφησαν πίσω την αγαπημένη τους πατρίδα, τα «παρχάρια», τους «γειλέδες», τα μέρη εκείνα της παραθέρισης, άφησαν τα σπίτια τους και τα γνώριμα αγαπημένα ακρογιάλια της Μαύρης θάλασσας. Και ξεκίνησαν για να έρθουν στην νέα τους Πατρίδα.
Μαζί τους, όμως δεν έφεραν μόνο τα λίγα υλικά αγαθά που μπόρεσαν να κουβαλήσουν. Έφεραν, μες στην πονεμένη τους ψυχή, και κάθε αρχή, κάθε δίδαγμα, κάθε ανθρώπινο συναίσθημα που είχαν διδαχθεί μέχρι τότε, έφεραν την πίστη και την αγάπη στον Θεό, την πίστη και την αγάπη στην Πατρίδα την καινούρια, και την αγάπη του ενός για τον άλλον. Έφεραν μαζί τους τις ιδέες τους, τα όνειρά τους, την εργατικότητα και την όρεξη για πρόοδο. Έφεραν μαζί τους την ανθρωπιά.
Έτσι, όταν έφτασαν στην Ελλάδα, σκορπίστηκαν σε διάφορα μέρη, όπου νόμισαν πως μπορούσαν να βρουν μέρος να ριζώσουν, να ξεχάσουν. Μια χούφτα απ’ αυτούς βρέθηκαν εδώ στην Κατερίνη. Κάποιοι, λοιπόν, όσοι εκεί στον Πόντο είχαν ασπασθεί το δόγμα των Διαμαρτυρομένων, εγκαταστάθηκαν στον συνοικισμό αυτό, παλιά τούρκικα νεκροταφεία και χερσότοπος, που ονομάστηκε από τότε «Συνοικισμός Ευαγγελικών». Τα πρώτα χρόνια, τα πιο δύσκολα, προσπάθησαν να φτιάξουν την ζωή τους όσο ήταν μπορετό. Από τα πρώτα τους μελήματα, όμως, ήταν να έχουν μια εκκλησία, Και έτσι, πριν ακόμα χτίσουν τα σπίτια τους, σχεδιάστηκε και χτίστηκε η πρώτη εκκλησία, που, όμως, κάηκε… Αυτό, όμως δεν πτόησε τους πιστούς και μια δεύτερη εκκλησία υψώθηκε μέσα στα αποκαΐδια. Έτσι, όπως είχε ξαναγεννηθεί η ζωή τους μετά την καταστροφή στον πόντο, μετά την ερείπωση. Δεν είναι ν’ απορεί, λοιπόν, κανείς που αμέσως μόλις ήρθαν άρχισαν κάποιες δραστηριότητες ή μάλλον θα ‘πρεπε να πω, συνέχισαν κάποιες δραστηριότητες, που τις είχαν αρχίσει εκεί, στην αξέχαστη, πονεμένη πατρίδα.
Μία απ’ αυτές ήταν ο Σύλλογος Κυριών και Δεσποινίδων, μια ώρα ανάσας για τις γυναίκες του συνοικισμού, μια φορά την βδομάδα για να μελετούν τον Λόγο του Θεού και να παίρνουν οδηγία και ενθάρρυνση απ’ αυτόν. Η κυρία Σοφία ήταν η υπεύθυνη για την ομάδα αυτή, που την ονόμασαν « ειρηνευτικόν τάγμα». Δεν είμαι σίγουρη γιατί έδωσαν στον σύλλογο αυτό το όνομα, αλλά φαντάζομαι πως, αφού ο πόλεμος ήταν η αιτία όλων των κακών που πέρασαν, η ειρήνη ήταν το ζητούμενο. Η ειρήνη στον κόσμο και η ειρήνη με τον Θεό. Αυτήν ποθούσαν και αυτές και ο κόσμος ολόκληρος, και ήσαν πεπεισμένες πως με τον Θεό βοηθό θα μπορούσαν κι αυτές να βάλουν ένα λιθαράκι στο οικοδόμημα της ειρήνης.
Εκτός από την μελέτη του Λόγου του Θεού, ο σύλλογος είχε σκοπό και τις επισκέψεις σε εκείνες τις οικογένειες που είχαν ανάγκη συμπαράστασης, είτε λόγω πένθους, ή αρρώστιας, ή κάποιου άλλου προβλήματος. Και φυσικά, γεννήθηκε και μια τρίτη ανάγκη. Εκείνη της υλικής βοήθειας. Πήρε κάποια χρόνια να γίνει το όνειρο πραγματικότητα, να ολοκληρωθεί το όραμα, και το 1927 πια, βλέπουμε ένα σύλλογο που απέκτησε καινούριο σκοπό. Ναι, όλες οι οικογένειες είχαν προβλήματα προσαρμογής, αλλά κάποιες είχαν περισσότερες ανάγκες, είχαν λιγότερες ευκολίες. Αυτές έπρεπε να τις βοηθήσουν με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Δεν ήταν εύκολο για κανέναν, αφού όλοι προσπαθούσαν να ορθοποδήσουν μέσα στις δύσκολες συνθήκες, μα η ανθρωπιά που κουβάλησαν μέσα τους, τις έδωσε τις δυνάμεις να προχωρήσουν για να δημιουργήσουν μια εστία φιλανθρωπίας και αγάπης.
Ηγήτρια στην προσπάθεια αυτή ήταν η Αριάδνη Σιδηροπούλου, σύζυγος του Χαράλαμπου Σιδηρόπουλου, του «γιατρού» όπως ήταν γνωστός σε όλους. Άτυπα στην αρχή προχώρησε ο σύλλογος αυτός το έργο του. Λίγα τα έσοδα, πολλές οι ανάγκες. Στην αρχή, η κάθε γυναίκα έφερνε ό, τι μπορούσε από το σπίτι της, κάποιες έπλεκαν ή έραβαν για όσους δεν είχαν την δυνατότητα να το κάνουν μόνες τους. Νέες και πιο ηλικιωμένες έπαιρναν μέρος στο έργο αυτό. Και έτσι, λίγο, λίγο έγινε αισθητή η ανάγκη ενός συλλόγου που θα είχε αυτήν την αποκλειστική αποστολή.
Το 1935, στις 19 Ιανουαρίου, με πρωτοβουλία της Ειρήνης Δεληγιαννίδου, της Βάσως Σουρβανή και Ειρήνης Ζουγγουρίδου, κλήθηκαν οι γυναίκες του συνοικισμού για να συζητήσουν το θέμα. Εισηγήτρια ήταν η Βάσω Σουρβανή η οποία εξέθεσε το ζήτημα και όλες οι γυναίκες ένιωσαν την ανάγκη να βοηθήσουν τους συνανθρώπους τους με όποιο δυνατό τρόπο. Ομόφωνα αποφασίστηκε η σύσταση του Συλλόγου που πήρε το όνομα «Φιλόπτωχος Αδελφότης Κυριών και Δεσποινίδων “Η Περίθαλψις”». Την μέρα εκείνη έγιναν και εκλογές και είχαμε το πρώτο επίσημο συμβούλιο που ήταν εξαμελές. Απετελείτο από τις: Ειρήνη Δεληγιαννίδου, Θεανώ Σιονακίδου, Σημέλα Λεμονοπούλου, Ευαγγελία Μακροπούλου, Ερασμία Σαμψωνίδου και Καλλιρρόη Λαζαρίδου. Το έμβλημα του Συλλόγου ορίστηκε να είναι το εδάφιο 17 από το δέκατο ένατο κεφάλαιο του βιβλίου των Παροιμιών: «Ο ελεών πτωχόν δανείζει εις τον Κύριον». Το εδάφιο αυτό τυπώθηκε πάνω στην σφραγίδα, που ήταν κυκλική καταρχάς, και παρόλο που υποχρεωθήκαμε να αλλάξουμε το σχήμα της, το έμβλημα παραμένει το ίδιο, αφού οι στόχοι μας δεν άλλαξαν, απλώς απλώθηκαν.
Στα πρώτα δύο άρθρα του καταστατικού που συνέταξαν διαβάζουμε πως σκοπός του συλλόγου είναι «η αρωγή και περίθαλψις πτωχών και ασθενών» και «η επίτευξις του σκοπού επιδιώκεται πρώτον διά της συγκεντρώσεως των μελών προς εργασίαν και κατασκευήν εργοχείρων, ενδυμάτων και λοιπών ειδών, καταλλήλων είτε προς πώλησιν, είτε και προς διανομήν εις ενδεείς. Δεύτερον, διά της οργανώσεως αγορών και φιλανθρωπικών εορτών, διαλέξεων και ομιλιών, προς πώλησιν υπέρ του σκοπού του Συλλόγου, των κατασκευασθέντων υπό των μελών του συλλόγου ή των δωρηθέντων εις αυτόν ειδών.»
Στο άρθρο 19 επίσης βλέπουμε πως οι πόροι του συλλόγου είναι εκτός από τις διάφορες αγορές που αναφέραμε, οι μηνιαίες συνδρομές των μελών, οι δωρεές, οι έκτατες εισφορές και οι έρανοι. Ένα είδος φιλανθρωπικών εορτών ήταν και οι «εσπερίδες μετά τείου» όπως τις ονόμαζαν. Βρίσκουμε μια άδεια υπογεγραμμένη από τον τότε αναπληρωτή Διοικητή υποδιοικήσεως, τον κ. Τσακάρα, για μια τέτοια εσπερίδα με ημερομηνία 22 Δεκ. 1939. Η εσπερίδα έλαβε χώρα στις 26 Δεκεμβρίου. Από δημοσίευμα σε τοπική εφημερίδα βλέπουμε επίσης πως διοργάνωναν και μουσικοφιλολογικές βραδιές.
Δυστυχώς, σύντομα μετά την σύσταση του συλλόγου, και πριν καλά, καλά μπορέσει να απλώσει το ευεργετικό χέρι του στους γύρω, ήρθε ο πόλεμος, η κατοχή. Ο πόλεμος δημιούργησε ακόμα περισσότερες ανάγκες, ακόμα περισσότερα ορφανά και ανέχεια. Ο σύλλογος συνέχισε να λειτουργεί, με συγκεντρώσεις στα σπίτια, και βοήθεια στους πάσχοντες. Δύσκολα ήσαν τα χρόνια εκείνα από οικονομική άποψη, μα αυτό δεν σταμάτησε τις ηρωικές εκείνες γυναίκες, τις γιαγιάδες μας, τις μαμάδες μας. Με ό, τι μπορούσε η κάθε μια, δίνοντας λίγο από το δικό τους ψωμί, ντύνοντας κάποιο ορφανό, λέγοντας δυο λόγια αγάπης και συμπαράστασης.
Η πίστη στον Θεό και η προθυμία να εργαστούν γι’ Αυτόν ήταν ο ένας μοχλός που κινούσε τις γυναίκες του συνοικισμού, και ο άλλος ήταν η αγάπη γι’ αυτήν την καινούρια πατρίδα, που την υιοθέτησαν με όλη την καρδιά τους. Ήσαν Χριστιανές, και ήσαν Ελληνίδες, και αυτό το απέδειξαν πολλές φορές… Μάλιστα, και σ’ αυτό το γεγονός είχα αναφερθεί παλιά, αμέσως μετά την απελευθέρωση, όταν ήταν να γίνει μια κατάθεση στεφάνου εις μνήμην των πεσόντων, οι γυναίκες του συλλόγου έκαναν μια αυτοσχέδια σημαία, αφού δεν ήταν μπορετό να αγοράσουν μία, έφτιαξαν και στεφάνι με λουλούδια από τους κήπους τους, και πήγαν να το καταθέσουν για να τιμήσουν τους πεσόντες. Μάλιστα, η Ευαγγελία Μακροπούλου, μία από τις κυρίες του συλλόγου είπε τα εξής: «Ο Φιλόπτωχος Σύλλογος Κυριών και Δεσποινίδων “Η Περίθαλψις” θέτει τον στέφανον τούτον εις ένδειξιν ελαχίστου φόρου τιμής και ευγνωμοσύνης εις τους ενδόξως πεσόντας υπέρ της φιλτάτης πατρίδος, των οποίων η μνήμη θα είναι αιωνία.» Υπήρξαν αρκετές οι περιστάσεις που ο Σύλλογος συνεργάστηκε με τον Φιλόπτωχο Σύλλογο της πόλης, «Ελεημοσύνη» σε διαφόρους εράνους, και μάλιστα υπάρχουν φωτογραφίες που το πιστοποιούν.
Τα χρόνια που ακολούθησαν δεν ήταν εύκολα. Ο κόσμος προσπαθούσε να συνέλθει μετά τον πόλεμο, να μαζέψει τα κομμάτια του. Πολλές οικογένειες έχασαν το στήριγμά τους και πολλά ήσαν τα ορφανά. Ο σύλλογος είχε, λοιπόν, πολλή δουλειά να κάνει, και δύσκολο έργο. Ανασκουμπώθηκαν οι γυναίκες και με πολλή προσωπική δουλειά προσπαθούσαν να καλύψουν τις ανάγκες. Φυσικά, δεν ήταν δυνατόν να καλυφτούν οι ανάγκες, έτσι σιγά, σιγά μέστωσε μέσα τους η ανάγκη κάποια ετήσιας αγοράς. Ήταν την δεκαετία του ’40 που έγινε η πρώτη μεγάλη αγορά, με κέφι και φαντασία, αν και σχετικά φτωχή σε σύγκριση το σήμερα. Υπήρχαν και δωρητές που ενίσχυαν το έργο, και έχουμε μία επιστολή ευχαριστήρια γραμμένη στις 7 Αυγούστου 1954 που απευθύνεται σε κάποιον τέτοιο δωρητή που ήθελε να παραμείνει ανώνυμος.
Ήταν ο Αργος Ζωδιάτης που ενίσχυσε το έργο και παραστεκόταν με κάθε τρόπο και ενθάρρυνε τις γυναίκες. Και η σύζυγός του, η Βικτωρία υπήρξε για χρόνια ψυχή του έργου, παρούσα σε κάθε τομέα. Και οι δύο τους ήταν παρόντες στις διάφορες εσπερίδες και εκδηλώσεις και ήταν πηγή έμπνευσης. Μαζί με την Βικτωρία, συνεργάστηκαν ακούραστα και οι ποιμενίδες Μάρω Ηλία και Άννα Μπλιάτη.
Το 1954 ο σύλλογος έγινε Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου και πήρε υπό την αιγίδα του το Ορφανοτροφείο. Από την αλληλογραφία και τα διάφορα έγγραφα βλέπουμε πως πρόσφερε πολλά και σ’ αυτόν τον τομέα.
Ο Σύλλογος συνέχισε το έργο του μέσα στον συνοικισμό και έξω απ’ αυτόν. Θα θέλαμε να μνημονεύσουμε όλες εκείνες τις κυρίες και δεσποινίδες που τέλεσαν μέλη των εκάστοτε συμβουλίων. Δεν θέλουμε μ’ αυτό να πούμε πως οι γυναίκες αυτές έκαναν το έργο, ούτε καν το περισσότερο έργο, γιατί ο σύλλογος δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει χωρίς τις δεκάδες γυναίκες που με υπομονή και επιμονή κάθισαν ώρες ολόκληρες πάνω από κάποιο εργόχειρο ή χειροτέχνημα για να προσφέρουν στο έργο αυτό. Τα χέρια, αλλά και οι προσευχές τους, καθώς και οι προσευχές και τα χέρια πολλών κυρίων. Υπήρχαν άνδρες των οποίων η προσφορά ήταν καταλυτική. Αγάπησαν το έργο και το έδειξαν έμπρακτα. Όχι μόνο με χρήματα αλλά και με πολλή προσωπική δουλειά. Και υπάρχουν ακόμα τέτοιοι άνδρες, που είναι πρόθυμοι όχι μόνο να βοηθήσουν αλλά και να θυσιάσουν λίγη από την άνεσή τους καθώς οι γυναίκες τους είναι απασχολημένες με το έργο, και να συμπαρασταθούν στις διάφορες δυσκολίες. Τους ευχαριστούμε.
Όπως ανέφερα, ο Σύλλογος είναι Νομικό Πρόσωπου Ιδιωτικού Δικαίου, που σημαίνει πως είναι αυτόνομος. Παρόλα αυτά, νιώθουμε πάντα πως είμαστε αναπόσπαστο μέρος της Ελληνικής Ευαγγελικής Εκκλησίας Κατερίνης, μέσα στην οποία γεννήθηκε ο σύλλογός μας. Η λαχτάρα μας είναι αυτό το έργο, που άρχισε πριν 80 χρόνια με πολλές δυσκολίες, με λίγες δυνάμεις μα με πολλή πίστη και θάρρος, να συνεχίσει να προσφέρει ανακούφιση και αγάπη. Κοιτώντας πίσω, στο ξεκίνημα, εμπνεόμαστε , γιατί βλέπουμε πως εκείνες που τον ξεκίνησαν κατάφεραν να βγουν μέσα από τα χαλάσματα του πολέμου και να δημιουργήσουν ομορφιά, να ξεχάσουν τον πόνο τον δικό τους και να απαλύνουν τον πόνο του άλλου. Μπόρεσαν να κλείσουν τα μάτια στην δική τους ανάγκη και να συντρέξουν στις ανάγκες του πλησίον. Προσευχή μας είναι να μην σταματήσει το έργο αυτό. Το χρωστούμε σε κείνες, τις ηρωίδες γυναίκες που το εμπνεύστηκαν, το χρωστούμε στην πόλη μας, το χρωστούμε σ’ όλους εκείνους που μας χρειάζονται, όποιοι κι αν είναι, όπου κι αν βρίσκονται. Με την βοήθεια του Θεού, που υπόσχεται να είναι πάντα μαζί μας, να μην μας αφήσει ούτε να μας εγκαταλείψει, πιστεύουμε πως το έργο μπορεί να προχωρήσει. Γιατί ο Θεός είναι πιστός στις υποσχέσεις του. Στηριγμένοι πάνω Του, και στα θεμέλια που οι πατέρες μας έβαλαν θα προχωρήσουμε.
Εκ μέρους της προέδρου της Φιλοπτώχου Άννας Αδαμίδου